Μνημείο Φιλελλήνων πεσόντων στη μάχη του Δομοκού


Το μνημείο τοποθετήθηκε το 1905 στον αύλειο χώρο της εκκλησίας των Ασωμάτων (Παμμεγίστων Ταξιαρχών) στο Πεδίον του  Άρεως. Κατασκευάστηκε το 1901 από τον Τήνιο γλύπτη Λάζαρο Σώχο (1862-1911), ο οποίος έλαβε και αυτός μέρος στη μάχη του Δομοκού. Άλλο γνωστό έργο του γλύπτη είναι ο έφιππος ανδριάντας του Κολοκοτρώνη που στήθηκε το 1904 δίπλα από την Παλαιά Βουλή.
Το μνημείο αποτελείται από μία  μαρμάρινη στήλη τοποθετημένη πάνω σε κυκλικό, μαρμάρινο βάθρο. Στην κορυφή υπάρχει ως επίστεψη μια περικεφαλαία ενώ στην πρόσοψη είναι εντοιχισμένο ορειχάλκινο ανάγλυφο μετάλλιο το οποίο απεικονίζει τον Περικλή Βαρατάση. Ο Βαρατάσης ήταν διοικητής της «Λεγεώνας των Ξένων» ή Φιλελλήνων, δυνάμεως 150 ανδρών, από τους οποίους οι 42 ήταν Ιταλοί, ενώ οι υπόλοιποι ανήκαν σε  15 διαφορετικές εθνότητες.  Το μνημείο στήθηκε για να τιμηθούν οι άντρες που σκοτώθηκαν στη μάχη του Δομοκού η οποία διεξήχθη κατά τη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου το 1897. Στη μάχη αυτή, που έγινε στις 5 Μαϊου του 1897, ο ελληνικός στρατός γνώρισε συντριπτική ήττα. Ο Βαρατάσης, αξιωματικός του πυροβολικού και απόφοιτος της στρατιωτικής σχολής του Βελγίου, έπεσε ηρωικά μαχόμενος καταδιώκοντας τους Τούρκους για πάνω από τρία χιλιόμετρα προς το Χατζή Εμίρ, στα βουνά της Αγόριανης Δομοκού. Τάφηκε στη Δρανίστα. Ο Βαρατάσης υπήρξε στενός φίλος με τον Παύλο Μελά ο οποίος θέλησε να υπηρετήσει στη μονάδα του φίλου του χωρίς να γίνει δεκτό το αίτημά του. Ο Παύλος Μελάς επισκέφθηκε τον τάφο του φίλου του. Σε επιστολή του στη γυναίκα του, Ναταλία, αναφέρει πως: «… αφού εχάσαμε δις ή τρις το μονοπάτι που μας είχε πάγει εις την Δρανίσταν, κατόρθωσα ν’ ανεύρω το χωρίον Μασλί εις τους πρόποδας των λόφων του Δομοκού και απ’ εκεί έφτασα εις τα Φάρσαλα στις 8 το πρωί κατάκοπος. Εις Άνω Δρανίσταν είναι θαμμένος ο αγαπητός μας Βαρατάσης».
Πάνω στο ανάγλυφο υπάρχουν χαραγμένα τα λόγια:
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΒΑΡΑΤΑΣΗΣ
ΑΜΥΝΕΣΘΑΙ ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΗΣ
Χαμηλά στο ανάγλυφο, η υπογραφή του γλύπτη και το έτος κατασκευής:
ΣΩΧΟΣ 1901
Κάτω από το ανάγλυφο είναι χαραγμένα τα λόγια:
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΒΑΡΑΤΑΣΗΣ
ΛΟΧΑΓΟΣ
ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΗΣ ΛΕΓΕΩΝΟΣ ΤΩΝ ΦΙΛΕΛΛΗΝΩΝ
ΕΠΕΣΕ ΕΝ ΔΟΜΟΚΩ ΤΗ 6η ΜΑΪΟΥ 1897



Περικλής Βαρατάσης. Πηγή: EKT – Εθνικό κέντρο τεκμηρίωσης

Στο Ημερολόγιον Σκόκου περιλαμβάνεται ποίημα του Γεωργίου Σουρή με τίτλο: Η πατρίς στον Βαρατάση, πού και ποιος θα τον ξεχάσει

Βιογραφία του γλύπτη Λάζαρου Σώχου (1857/1862 Ιστέρνια Τήνου - 1911 Αθήνα)

Ο Λάζαρος Σώχος φοίτησε αρχικά στη σχολή σχεδίου του γάλλου Guillement στην Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια, με τη βοήθεια της οικογένειας Ζαρίφη, σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας, γλυπτική κοντά στον Λεωνίδα Δρόση και ζωγραφική κοντά στον Νικηφόρο Λύτρα. Το 1881, με την οικονομική υποστήριξη της Θηρεσίας Ζαρίφη, πήγε στο Παρίσι, όπου γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών και εργάστηκε κοντά στον γλύπτη Αντονέν Μερσιέ. Το 1897 πολέμησε με σώμα εθελοντών στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο. Το 1901 επέστρεψε στην Ελλάδα για να στήσει στο Ναύπλιο τον ανδριάντα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, το πρόπλασμα του οποίου είχε δουλέψει στο εργαστήριο του Μερσιέ το διάστημα 1891-1895. Το έργο εκτέθηκε στην Παγκόσμια έκθεση του Παρισιού το 1900 και βραβεύτηκε με το Χρυσό Μετάλλιο, ενώ τιμήθηκε με βραβείο και από την Ακαδημία της Ρώμης. Το 1904 ένα δεύτερο αντίτυπο στήθηκε στην Αθήνα. Το 1908 διορίστηκε καθηγητής στην έδρα γλυπτικής του Σχολείου των Τεχνών. Συνεργάστηκε με την Αρχαιολογική Υπηρεσία και συμμετείχε στην αναστήλωση του Λέοντα της Χαιρώνειας και στην αποκατάσταση των γλυπτών της Ολυμπίας. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας και μέλος διαφόρων καλλιτεχνικών επιτροπών. Παρουσίασε το έργο του στα Ολύμπια του 1888, στην Παγκόσμια έκθεση του Παρισιού το 1900, στις εκθέσεις της Ελληνικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας το διάστημα 1907-1910 και στη Διεθνή Έκθεση της Ρώμης το 1911.
Ο Λάζαρος Σώχος έζησε σε μια εποχή μεταβατική για τη νεοελληνική γλυπτική, κατά την οποία τα κλασικιστικά ιδεώδη επιβίωναν, συνδυάζονταν όμως με τη στροφή στο ρεαλισμό και με τις πλαστικές αντιλήψεις που εκπορεύονταν κυρίως από τη γαλλική πρωτεύουσα και το έργο του Ροντέν. Το ύφος του διαμορφώθηκε από τις επιρροές που δέχτηκε τόσο κατά τη διάρκεια της μαθητείας του κοντά στον Δρόση όσο και κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου σχετίστηκε κυρίως με τους γλύπτες που αντιπροσώπευαν την επίσημη ακαδημαϊκή γλυπτική, χωρίς έτσι να κατορθώσει να υπερβεί τις κλασικιστικές του καταβολές. Θεωρώντας ότι η γλυπτική είναι μια τέχνη που διδάσκει και παιδαγωγεί και ότι η Νέα Ελλάδα μπορεί να αναγεννηθεί μέσω της Αρχαίας, κινήθηκε στα πλαίσια του κλασικισμού και του ιδεαλισμού. Στα έργα του, κυρίως προτομές, μνημεία, ανάγλυφα και μετάλλια, κυριαρχεί η ηρωοποιημένη μορφή, που αποτυπώνει τι προσωπικές ιδεαλιστικές του αντιλήψεις, οι οποίες καθόρισαν τόσο την καλλιτεχνική του δημιουργία όσο και τη ζωή του.
 
 Λάζαρος Σώχος, γλύπτης. Πηγή: ΕΚΤ - Εθνικό κέντρο τεκμηρίωσης


ΠΗΓΕΣ
Παυλόπουλος, Δ., Το Πεδίον του Άρεως (Επτά Ημέρες, Η Καθημερινή, 23/2/2003. "Η Κυψέλη")
Γιοχάλας, Θ., Καφετζάκη, Τ., Αθήνα. Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία, Αθήνα, 2012, Εστία