Σχολή Ευελπίδων – Αβερώφειο Μέγαρο (Σχολή Εθνικής Αμύνης) – Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού

Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων
Το κτιριακό συγκρότημα της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1900-1904, σε ερημική τότε τοποθεσία, στα ανατολικά του Πεδίου του Άρεως, με δωρεά του Γεωργίου Αβέρωφ και βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Ernst Ziller (1837-1923), ενώ την επίβλεψη της ανέγερσης είχε ο στρατιωτικός μηχανικός Ιφικράτης Κοκκίδης. 
Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.
Πηγή: «Η Ελλάς κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνας του 1896». Εκ του Τυπογραφείου της Εστίας Κ. Μάϊσνερ και Ν. Καργαδούρη, 1896
Το δυτικό κτίριο, το κατεξοχήν αποκαλούμενο «Αβερώφειο», ακολουθεί τις αρχές του εκλεκτικισμού του Ziller, αν και το αποτέλεσμα δεν είναι από τα πλέον επιβλητικά στοιχεία του Γερμανού αρχιτέκτονα, ενώ είχε σχολιαστεί δυσμενώς και η «πνιγηρά συμπύκνωσις» του όλου συγκροτήματος. 
Ομαδικό πορτραίτο μαθητών της σχολής Ευελπίδων (1918-1920). Φωτογραφικό αρχείο ΕΛΙΑ 
Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Αθήνας από τη γερμανική κατοχή η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων ανασυγκροτήθηκε (20 Οκτωβρίου 1944.) Στα Δεκεμβριανά δυνάμεις του Ε.Λ.Α.Σ. ανέλαβαν να καταλάβουν τις εγκαταστάσεις της Σχολής (9 Δεκεμβρίου 1944). Προηγήθηκε η εξουδετέρωση κάθε άλλης εστίας αντίστασης στην ευρύτερη περιοχή του Πολυγώνου και της Κυψέλης, με συνέπεια την απομόνωση της Σχολής. Το σημείο κύριας επίθεσης ήταν το βορειοανατολικό. Οι άλλες πλευρές του συγκροτήματος (δασύλιο, προσφυγικά οικήματα) λόγω ακαταλληλότητας χρησιμοποιήθηκαν μερικώς. Η πλευρά προς το Πεδίον Άρεως δεν χρησιμοποιήθηκε καθόλου λόγω του μεγάλου ακάλυπτου χώρου. Η κύρια προσπάθεια των επιτιθέμενων εκδηλώθηκε προς το βορειοανατολικό τμήμα της Σχολής, κάπου εκεί που είναι τώρα η είσοδος των Δικαστηρίων. Στη συνέχεια, η ίδια η Σχολή δέχθηκε καταιγισμό πυρών. Το βράδυ 9 προς 10 Δεκεμβρίου διακόπηκε και η επικοινωνία μέσω ασυρμάτου με τη Βρετανική διοίκηση. Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, οι πολιορκημένοι είχαν αρχίσει να εξαντλούν τα πυρομαχικά τους, ενώ ο ανεφοδιασμός τους ήταν σχεδόν ανέφικτος. Έτσι η Βρετανική διοίκηση διέταξε την εκκένωση της Σχολής, η οποία έλαβε χώρα το πρωί της 11ης Δεκεμβρίου.
Με την μετεγκατάσταση της Σχολής στα νέα της κτίρια στη Βάρη, το συγκρότημα ανακαινίστηκε, μεταξύ των ετών 1983-1985, και έκτοτε λειτουργεί ως χώρος δικαστηρίων (με εξαίρεση το «Αβερώφειο», που παραμένει στην ιδιοκτησία του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης και στεγάζει τη Σχολή Εθνικής Αμύνης).
Το Αβερώφειο Μέγαρο

Αβερώφειο Μέγαρο - Σχολή Εθνικής Αμύνης (ΣΕΘΑ)
Η ΣΕΘΑ ιδρύθηκε το 1950 με έδρα τη Θεσσαλονίκη, όπου παρέμεινε μέχρι το 1952. Το 1952 μεταφέρθηκε στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε στο κτιριακό συγκρότημα της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων (ΣΣΕ), όπου και λειτούργησε μέχρι το 1978 και στη συνέχεια στις εγκαταστάσεις του Στρατοπέδου «ΣΑΚΕΤΑ» στη Ν. Ελβετία, μέχρι το 1984. Από το 1984 λειτουργεί στην παρούσα θέση δηλαδή στο παλαιό Διοικητήριο της ΣΣΕ, το Αβερώφειο Μέγαρο στο Πεδίο του Άρεως στην Αθήνα. Το κτίριο της ΣΕΘΑ είναι το πρώην διοικητήριο της ΣΣΕ η οποία λειτουργούσε στο χώρο αυτό έως το 1982, όταν αυτή μετακινήθηκε στις νέες της εγκαταστάσεις στη Βάρη Αττικής. Οι εγκαταστάσεις της ΣΣΕ παραχωρηθήκαν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης για κάλυψη αναγκών των Δικαστηρίων, με εξαίρεση του Διοικητηρίου το οποίο τέθηκε στη διάθεση της ΣΕΘΑ από το ΓΕΕΘΑ. 


Το κτίριο έχει κατασκευαστεί από τον Ερνέστο Τσίλερ και μαζί με τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις αποτελεί δωρεά του εθνικού ευεργέτη Γεώργιου Αβέρωφ.  Σήμερα το κτίριο αυτό έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού Το έμβλημα της Σχολής αναπαριστά την Αθηνά με το ρητό «Σοφία συν Τέχνη». Το ρητό αντιπροσωπεύει την αποστολή και το έργο της Σχολής,  αφού η σοφία και η τέχνη του πολέμου θεωρούνται «απαραίτητα» εργαλεία που θα καταστήσουν τους σπουδαστές έτοιμους να ανταποκριθούν, ανά πάσα στιγμή,  στα κελεύσματα των καιρών.

Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού
Η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού συγκροτήθηκε το 1889 με τον τίτλο «Γεωδαιτικό Απόσπασμα». Παλαιότερα στεγαζόταν σε κτίρια δίπλα στην Ιππευτική Σχολή.
Η Στρατιωτική Ιππευτική Σχολή και δεξιά το ανάθεμα Βενιζέλου. Στο βάθος το κτήριο της Χαρτογραφικής Υπηρεσίας Στρατού (Αθήνα, Μάιος 1917). Από την θεματολογική συλλογή: Η Στρατιά της Ανατολής υπό τας διαταγάς του στρατηγού Σαράϊγ. (3 Οκτωβρίου 1915-21 Δεκεμβρίου 1917)
Σήμερα στεγάζεται στο κτιριακό συγκρότημα της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων. Επικεφαλής τέθηκε ο αυστριακής καταγωγής, Αντισυνταγματάρχης Heinrich Hartl και την ομάδα αποτελούσαν ο λοχαγός Lehrl και ο υποπλοίαρχος Lohr. Η Γεωδαιτική αποστολή μετεκλήθηκε στην Ελλάδα από την κυβέρνηση του Χαρίλαου Τρικούπη, για τη σύνταξη του κτηματικού χάρτη. Στα τέλη του 19ου αιώνα, το γεωδαιτικό απόσπασμα μετονομάσθηκε σε «χαρτογραφική υπηρεσία στρατού» και στη συνέχεια η αυστριακή αντιπροσωπία  αναχώρησε από την Ελλάδα, παραδίδοντας τη διοίκηση στον πρώτο έλληνα διοικητή, Λοχαγό μηχανικού Αλέξανδρο Κοντόσταυλο. Το 1926 μετονομάσθηκε σε Γεωγραφική υπηρεσία Στρατού, τίτλο που φέρει μέχρι σήμερα. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου καταστράφηκαν σχεδόν εξ' ολοκλήρου το επιστημονικό της αρχείο και ο εξοπλισμός της. Αποστολή της υπηρεσίας είναι η συλλογή και χρησιμοποίηση κάθε γεωδαιτικής, τοπογραφικής, γεωφυσικής και  χαρτογραφικής εργασίας. Στόχος της είναι η ικανοποίηση των αναγκών των ενόπλων δυνάμεων, η παροχή γεωγραφικών υλικών σε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, σε επιχειρήσεις, νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού φορέα, οργανισμούς κοινής ωφέλειας, τοπική αυτοδιοίκηση και φυσικά πρόσωπα. Σήμερα η ΓΥΣ βρίσκεται στην αιχμή της ψηφιακής τεχνολογίας εκδίδοντας παράλληλα με τους κλασικούς χάρτες και ψηφιακά  γεωγραφικά υλικά. Διαθέτει τον κατάλληλο εξοπλισμό και ένα άριστα εκπαιδευμένο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, η πείρα και η παράδοση ενός και πλέον αιώνα καθιστούν τη γεωγραφική υπηρεσία στρατού ισάξια των αντιστοίχων υπηρεσιών προηγμένων χωρών και αποτελούν την καλύτερη εγγύηση για τη συνέχιση της αποστολής της. Το έμβλημα της υπηρεσίας απεικονίζει το θεοδόλιχο, το τρίγωνο, το μοιρογνωμόνιο και το διαβήτη, βασικά όργανα μέτρησης, τη γλαύκα, σύμβολο της γνώσης και την Ελλάδα επί μιας γεωγραφικής σφαίρας που συμβολίζει τη χαρτογραφική υπευθυνότητα της Υπηρεσίας. Την σύνθεση συμπληρώνουν δύο κλάδοι δάφνης, η χρονολογία συγκρότησης της υπηρεσίας και η περίφημη φράση του Πλάτωνα «Αεί ο θεός ο μέγας γεωμετρεί».
 ΠΗΓΕΣ

Κ. Η. Μπίρης, Αι Αθήναι από του 19ου εις τον 20ον αιώνα, Αθήνα 1η έκδ. 1966, 3η έκδ. 1996,  σ. 222